Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010

Λάδι ακατάλληλο για «λάδωμα»

Προχτές βράδυ βρέθηκα στο λιοτριβείο, για να «βγάλω» την πρώτη παρτίδα λαδιού για φέτος. Τα λιοτριβεία αυτόν τον καιρό γίνονται εκ των πραγμάτων στέκια συνάντησης και κουβέντας των αγροτών ελαιοπαραγωγών. Η κουβέντα αυτή τη φορά είχε να κάνει με, τι άλλο, την οικονομική κρίση και στην περίπτωσή μας με το γεγονός ότι φέτος δεν έχει εκδηλωθεί ζήτηση για το λάδι και δεν έχουν «κυκλοφορήσει» τιμές. Ήδη αποτελεί κοινή πεποίθηση πως οι τιμές του λαδιού για τους παραγωγούς θα κυμανθούν στα ίδια επίπεδα με τις περυσινές ή και χαμηλότερα ακόμα, αφού ζήτηση δεν υπάρχει. Αυτό μάλιστα θα οδηγήσει πολλούς παραγωγούς που δεν αντέχουν να περιμένουν να πουλήσουν αμέσως το λάδι τους σε σκοτωμένες τιμές. Οι τιμές στο ράφι για τους καταναλωτές έτσι κι αλλιώς θα ανέβουν.

Η κουβέντα φέτος, σε αντίθεση με άλλα χρόνια, δεν περιορίστηκε στο θέμα της τιμής του λαδιού που πάντα έχει στον πυρήνα της πως όλοι κονομάνε από το λάδι εκτός από τους ελαιοπαραγωγούς, κουβέντα που συνήθως συνοδεύεται με βρισιές, αναθέματα και κατάρες για την τύχη μας (των ελαιοπαραγωγών εννοώ). Αυτή τη φορά, ελέω τηλεόρασης και φανφαρόνων πολιτικάντηδων, εξαιτίας των πρόσφατων εκλογών, η κουβέντα είχε να κάνει με τη γενικότερη κρίση.

Αυτά που συνήθως ακούς σε τέτοιες κουβέντες κυμαίνονται από το «τα λεφτά τα μάζεψαν οι Αθηναίοι» και φτάνουν μέχρι την απόδοση μομφής (βρισιάς) στην σημερινή ή την προηγούμενη κυβέρνηση. Οι πιο προχωρημένοι αναλύουν τη συμπεριφορά της Μέρκελ που κατάφερε να υποτάξει την Ελλάδα χωρίς πόλεμο, όπως χρειάστηκε να κάνει ο Χίτλερ πριν από 65 τόσα χρόνια. Όλοι τους, σχεδόν, πριν από κάτι μέρες είτε φανερά είτε κρυφά έτρεχαν πίσω από τοπικούς πολιτευτές ή στην καλύτερη περίπτωση εκδήλωναν κάποια δυσθυμία ταυτόχρονα με την εκδήλωση της προτίμησής τους σε κάποιο εκλογικό σχήμα ή υποψήφιο. Δυστυχώς (στον υπερθετικό βαθμό) αυτή είναι η αλήθεια, αυτή είναι η πραγματικότητα δίπλα στην άλλη πραγματικότητα της εξαθλίωσης, εν προκειμένω, των ελαιοπαραγωγών.

Σε τέτοια συζήτηση δεν μπορείς να μιλάς με όρους δημοσιονομικού ελλείμματος, εμπορικού ισοζυγίου , ΑΕΠ, δημοσίου χρέους, spreads, cds και άλλα τέτοια εξωτικά. Αυτό είναι αποκλειστικό προνόμιο των ημιμαθών πολιτευτών για δικαιολογήσουν ακαταλαβίστικες πολιτικές που άσκησαν ή θα ασκήσουν οι παρατάξεις και τα κόμματά τους.

Σαν γραμματιζούμενος αγρότης (κάπως έτσι με θεωρούσαν οι συνομιλητές μου) μίλησα στη γλώσσα μου, στη γλώσσα δηλαδή που καταλαβαίνουν όλοι, αρκεί κάποιος να την ξέρει και να την μιλάει…

Λοιπόν, το μικρό γεγονός της βραδιάς ήταν πως το λιοτριβείο έκανε παραγωγή λαδιού από ΑΓΡΙΕΛΙΕΣ. Από ελιές δηλαδή που θεωρούνται «άγριες» ποικιλίες. Αυτά τα δέντρα δεν υπάρχουν πλέον. Από χρόνια οι προηγούμενες γενιές ελαιοπαραγωγών τα μπόλιασαν («κέντρωσαν») με μπόλια («μάτια») εξευγενισμένων ποικιλιών και τα έκαναν «ήμερα» δέντρα. Το ίδιο συνεχίζουν να κάνουν και οι σημερινοί ελαιοκαλλιεργητές για όσα απέμειναν. Αυτό είναι και θεμιτό και κατανοητό, αφού με αυτόν τον τρόπο η παραγωγή μεγαλώνει αλλά και γίνεται πιο σταθερή, εξαιτίας του ότι οι «ήμερες» ποικιλίες είναι πολύ πιο ανθεκτικές στα καιρικά φαινόμενα και τις προσβολές από ζιζάνια και μικρόβια. Αλλά άντε να καταλάβεις τη γενική αντίληψη (που εκφέρεται συνήθως με απόλυτη βεβαιότητα) ότι «το λάδι της αγριελιάς δεν τρώγεται»!. Η αλήθεια είναι πως οι ελαιοπαραγωγοί στην ηλικία της μάνας μου (δηλαδή πάνω από 80 χρόνων σήμερα) ήταν τόσο απόλυτοι σε αυτήν την άποψη, που δεν μάζευαν καν τον καρπό από τις άγριες ελιές γιατί θα «χάλαγε το λάδι, αν αυτές ανακατεύονταν με τις ήμερες». Αυτήν την άποψη - δόγμα μετέφεραν στους επόμενους και τους σημερινούς. Έτσι κατά κάποιον τρόπο εξηγείται αυτή η προκατάληψη. Όμως οι γεωπόνοι μας τι λένε άραγε; Τι να πούνε και αυτοί; Ό,τι τους έμαθαν στις γεωπονικές σχολές λένε. Εκεί κανένας δεν μπήκε στον κόπο να τους διδάξει ολοκληρωμένα την ιστορία του δέντρου και του καρπού της ελιάς. Οι περισσότεροι γεωπόνοι μας αγνοούν, για παράδειγμα, ότι οι ποικιλίες ελιάς που καλλιεργούνταν στην αρχαία Ελλάδα ήταν ακριβώς αυτές που σήμερα χαρακτηρίζουμε «άγριες». Οι γεωπονικές σχολές όλων των βαθμίδων περιορίζουν την εκπαίδευση στο τεχνικό μέρος και παράγουν ελλειμματικούς διαγνώστες, φαρμακοτρίφτες και φαρμακέμπορους. Αυτό τουλάχιστον έχω προσωπικά αποκομίσει ως συμπέρασμα από την όποια συναναστροφή μου με τους φίλους γεωπόνους. Αυτά τους μαθαίνουν, αυτά ξέρουν.

Το προχτεσινό βράδυ η διάψευση αυτής της αντίληψης έγινε θέτοντας τον δάκτυλο επί των τύπων των ήλων, τουτέστιν, «άγριο» ελαιόλαδο στην πιατέλα, ψητό ψωμί και γενναίες βούτες από την ομήγυρη. Όλοι το βρήκαν εξαιρετικό, γιατί όσον αφορά την ποιότητα λαδιού και την ποιότητα της γεύσης του οι ελαιοπαραγωγοί δεν χρειάζονται εργαστηριακές μετρήσεις. Τα αισθητήρια της γλώσσας, του λάρυγγα και της μύτης είναι όργανα υψηλής ακρίβειας. Το ζήτημα είναι πως τώρα κανένας δεν έχει αγριελιές. Στην περιοχή μου τουλάχιστον είμαι ο μόνος. Και για την … ιστορία, το λάδι μετρήθηκε στο εργαστήριο και όλες οι τιμές που έδωσαν οι μετρήσεις ήταν καλύτερες από τις άριστες, που σύμφωνα με τις διεθνείς επίσημες παραδοχές είναι αναγκαίες προκειμένου να χαρακτηριστεί ένα λάδι ελιάς σαν «εξαιρετικό παρθένο» (π.χ. υπεροξείδια 7 meq / kg !!!!).

Η κουβέντα πήγε στις ελιές Καλαμών. Πολλά χρόνια τώρα υποστηρίζω την άποψη πως η συγκεκριμένη ποικιλία βρώσιμης ελιάς είναι ίσως το πιο ανταγωνιστικό ελληνικό αγροτικό προϊόν. Αυτό ακριβώς γράφω και πάνω στη συσκευασία του δικού μου προϊόντος. Με χαρακτήριζαν τουλάχιστον «άσχετο», όταν στις αρχές της τελευταίας δεκαετίας φύτευα δέντρα αυτής της ποικιλίας και όχι ποικιλίες παραγωγής λαδιού. Μέχρι σήμερα άλλωστε οι περισσότεροι παραγωγοί μπολιάζουν τα δέντρα ποικιλίας Καλαμών με μπόλια Κορωνέικης (ελαιοπαραγωγής δηλαδή). Την ίδια στιγμή αυτοί παραγωγοί δεν παύουν να επαναλαμβάνουν όσα έχουν καταλάβει για τους «μαφιόζους Ιταλούς», που ελέγχουν το διεθνές κύκλωμα εμπορίας λαδιού και που παίρνουν κοψοχρονιά το ελληνικό λάδι το «επεξεργάζονται» και το εξάγουν σε όλο τον κόσμο διαφημίζοντας μάλιστα την ελληνική του προέλευση. Όχι, δεν υπάρχει εδώ κάποιο παράδοξο και κάποιος παραλογισμός. Υπάρχει μια μαγική λέξη που εξηγεί αυτή τη συμπεριφορά. Λέγεται ΕΠΙΔΟΤΗΣΗ. Αλλά η επιδότηση τέλειωσε, τα ταξίματα των πολιτικών περί εξαίρεσης τους ελαιολάδου από το κόψιμο των επιδοτήσεων έπειθαν, αλλά δεν πείθουν, και το λάδι πουλιέται στα 2 ευρώ με το ζόρι. Για κάποιον που δεν ξέρει, χρειάζεται το ισοδύναμο 5- 6 κιλών ελιάς για να παραχθεί ένα κιλό λάδι για λογαριασμό του ελαιοπαραγωγού. Αυτό το κιλό λάδι (το κιλό και όχι λίτρο που είναι 916 γραμμάρια) πουλάει ο παραγωγός προς 2 ευρώ (οι καταναλωτές αγοράζουν με τιμή λίτρου όμως...). Αντίστοιχα ένα κιλό καλής ποιότητας ελιές Καλαμών πουλιούνται προς 2 ευρώ επίσης. Δηλαδή μιλάμε για σχέση εισοδήματος 1 προς 5 υπέρ της ποικιλίας Καλαμών. Τέτοια ποικιλία δεν παράγεται ούτε στην Ιταλία, ούτε στην Ισπανία, την Αίγυπτο, την Αλγερία κτλ. Ενώ το διεθνές εμπόριο τη θεωρεί ως την κορυφαία ποικιλία βρώσιμης ελιάς.

Δεν επιδιώκω με αυτές τις σημειώσεις να «αθωώσω» τους συναδέλφους ελαιοπαραγωγούς, αλλά είναι σαφές πως οι βαρύτατες ευθύνες δεν μπορεί παρά να αποδοθούν στη λεγόμενη Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ντόπιων πλασιέδων της. Η ΚΑΠ είναι που αφάνισε το ελληνικό ΜΑΥΡΟ ΧΑΒΙΑΡΙ και τους παραγωγούς του, αβαντάροντας τις φυτείες των Ισπανών μεγαλογαιοκτημόνων και το διεθνές κύκλωμα εμπορίας ελαιοκάρπου.

«Βασίλη», λέω, «θυμάσαι πως, όταν ήμασταν παιδιά, βλέπαμε τέτοιο καιρό 5- 6 φορτηγά πλοία αρόδου στο λιμάνι να περιμένουν τη σειρά τους για να φορτώσουν πορτοκάλια;» Το θυμόταν φυσικά. Θυμόταν επίσης ότι στο «Σωματείο «Εργατών Λιμένος Γ.» υπήρχε οργάνωση συντεχνιακή. Για να μπει κανείς δεν έφτανε το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, χρειαζόταν και δόντι. Έπαιρναν με τις καραβιές οι Ρώσοι (σοβιετικοί τότε) τα πορτοκάλια και τα λεμόνια, γιατί είχαν κάνει «διακρατικές συμφωνίες κλήριγκ» (ανταλλαγής προϊόντων δηλαδή) με τις οποίες πλήρωναν (αντήλλασσαν) τα πορτοκάλια και τα άλλα αγροτικά προϊόντα που έπαιρναν από την Ελλάδα, δίνοντας τρακτέρ και άλλες μηχανές. Κάποιος θυμήθηκε μάλιστα πως επειδή τα Ursus και τα Bellarus (τρακτέρ) πάθαιναν μικροζημιές στα ηλεκτρικά, έλεγαν τότε οι παραγωγοί πως «σάπια πορτοκάλια τους δίνουμε σάπια τρακτέρια μα δίνουν». Με τούτα και με κείνα όμως το πορτοκάλι αποτελούσε καλό εισόδημα, αποτελούσε τον δεύτερο κινητήριο μοχλό της τοπικής οικονομίας μετά το λάδι. Από αυτά τα προϊόντα και από τις υποστηρικτικές σ΄ αυτά δουλειές ζούσε μια κωμόπολη των 12 χιλιάδων κατοίκων, που σήμερα φτάνει με το ζόρι τις 3 χιλιάδες κόσμο (οι περισσότεροι μισθωτοί, υποαπασχολούμενοι ή άνεργοι).

Μετά την είσοδο στην ΕΟΚ πήρε μπροστά μια άλλη φάμπρικα. Άρχισαν να πλασάρονται τα Mερσεντές, τα Ντόιτς Μάγκιορις, τα Λέυλαντ, τα Λαμποργκίνι κτλ. τρακτέρ. Γυαλιστερά, λουσάτα, μοδάτα, ειδικά δήθεν για κάθε χωράφι και κάθε καλλιέργεια. Λεφτά όμως για να αγοραστούν δεν υπήρχαν και οι κοινοτικοί δεν τα αντάλλασσαν με πορτοκάλια. Βρήκαν ωστόσο τη …λύση που λέγεται δάνειο. Δηλαδή η Γερμανική τράπεζα με την εγγύηση του γερμανικού κράτους δάνειζε στην Ελλάδα χρήματα, προκειμένου να αγοράσει τα γερμανικά τρακτέρ. Ήτοι ο (Γερμανός) σκύλος χορτάτος και η (γερμανική) πίτα ακέραιη, αφού τα λεφτά έμεναν στη Γερμανία και τα (αναλώσιμα) τρακτέρ ερχόντουσαν στην Ελλάδα. Το δάνειο είχε διάρκεια 50 χρόνων (να μη μας ζορίσουν κιόλας οι καλοί σύμμαχοι), αλλά το τρακτέρ σε 5 χρόνια είχε παραδώσει το πνεύμα. Κανένα πρόβλημα. Επόμενο δάνειο, επόμενη αποστολή τρακτέρ. Αλλά το προϊόν του δανείου δεν λέγεται πορτοκάλι λέγεται χρέος. Το «δάνειο» το πουλάει η τράπεζα και αυτή είναι που ωφελείται έτσι κι αλλιώς. Το προϊόν του δανείου, δηλαδή το χρέος, το φορτώνεται η χώρα που το λαμβάνει. Βέβαια και στη χώρα που λαμβάνει δάνειο ωφελημένοι οικονομικά ασφαλώς και υπάρχουν. Σίγουρα ανάμεσα σε αυτούς οι νταραβεριτζήδες που παίρνουν την προμήθειά τους (μίζα) και οι τραπεζίτες που αναλαμβάνουν τη διαχείρισή του. Κάπου εκεί και κάπως έτσι ξεκινάει η οικονομική υποταγή της Ελλάδας. Υποταγή που συνοδεύτηκε με παροχή δανείων για τα πάντα (αρκεί να ήταν στο σύνολό τους εισαγόμενα) και με υποσχέσεις για χρυσά κουτάλια. Κάπως έτσι μείνανε τα αγροτικά προϊόντα απούλητα, τα χωράφια χέρσα, τα τρακτέρ να σαπίζουν, οι αγρότες ξεριζωμένοι ή απελπισμένοι και η χώρα σε πτώχευση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.