Πριν από τις ελληνικές κοινοβουλευτικές εκλογές του Οκτώβρη εξέφρασα την εκτίμηση για τις σοβαρές πιθανότητες εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη και την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα υποτιμημένο έναντι του ευρώ κατά 50% ως την πιθανώς μοναδική διέξοδο για οικονομική ανάκαμψη σε βάθος χρόνου, ενώ για το ίδιο θέμα διατύπωσα τον Γενάρη σαφείς υπαινιγμούς σε άρθρο με τίτλο «η δεύτερη δεκαετία του ευρώ εν Ελλάδι». Τότε ΚΑΝΕΝΑΣ δεν μιλούσε για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Το αντίθετο. Δόθηκαν επίσημες διαβεβαιώσεις (προεκλογικές και μετεκλογικές) πως «υπάρχουν λεφτά», «δεν θα αυξηθεί ο ΦΠΑ και η φορολογία, για να τονωθεί η κατανάλωση», «θα ενισχυθεί το εισόδημα των Ελλήνων, για να τονωθεί η κατανάλωση και μέσω αυτής τα δημόσια οικονομικά και η ανάπτυξη». Όλα έγιναν ακριβώς ανάποδα.
Τη διαπίστωση πως το, έτσι κι αλλιώς, περιορισμένο «ακροατήριό» μου δεν πήρε καθόλου στα σοβαρά αυτές τις εκτιμήσεις δεν τη διατυπώνω σαν παράπονο, αλλά σαν απόδειξη του γεγονότος ότι οι (εκλεγμένοι ή μη) διαχειριστές του παρόντος και του μέλλοντος αυτού του τόπου αφενός μεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν σύνδρομα φόβου και ενοχής στην κοινή γνώμη, αφετέρου δε μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι, αφού στις συνθήκες αυτές αποτελεί πραγματικότητα πως σε ένα ποδοσφαιρικό ντέρμπι συρρέουν (πληρώνοντας μάλιστα) εκατό χιλιάδες κόσμου έτοιμοι να ξιφομαχήσουν για τη νίκη της ομάδας τους (δηλαδή της τάδε ΠΑΕ, δηλαδή του δείνα επιχειρηματία), ενώ κανείς σχεδόν δεν είναι διαθέσιμος να ξιφομαχήσει στα σοβαρά με εκείνους που απειλούν το μέλλον της δουλειάς του και το μέλλον του τόπου.
Τη διαπίστωση πως το, έτσι κι αλλιώς, περιορισμένο «ακροατήριό» μου δεν πήρε καθόλου στα σοβαρά αυτές τις εκτιμήσεις δεν τη διατυπώνω σαν παράπονο, αλλά σαν απόδειξη του γεγονότος ότι οι (εκλεγμένοι ή μη) διαχειριστές του παρόντος και του μέλλοντος αυτού του τόπου αφενός μεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν σύνδρομα φόβου και ενοχής στην κοινή γνώμη, αφετέρου δε μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι, αφού στις συνθήκες αυτές αποτελεί πραγματικότητα πως σε ένα ποδοσφαιρικό ντέρμπι συρρέουν (πληρώνοντας μάλιστα) εκατό χιλιάδες κόσμου έτοιμοι να ξιφομαχήσουν για τη νίκη της ομάδας τους (δηλαδή της τάδε ΠΑΕ, δηλαδή του δείνα επιχειρηματία), ενώ κανείς σχεδόν δεν είναι διαθέσιμος να ξιφομαχήσει στα σοβαρά με εκείνους που απειλούν το μέλλον της δουλειάς του και το μέλλον του τόπου.