Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

Περί ελαιολάδου

Έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες που υποστηρίζουν και εξηγούν τις ευεργετικές επιπτώσεις που έχει στην υγεία του ανθρώπου η λεγόμενη Μεσογειακή διατροφή. Η διατροφή δηλαδή που βασίζεται πρωτίστως στην κατανάλωση τροφών φυτικής προέλευσης, στο ελαιόλαδο, στα φρούτα, στα λαχανικά, στο ψάρι και δευτερευόντως σε περιορισμένη κατανάλωση γαλακτοκομικών, κρέατος και αυγών. Υποθέτω πως όλα αυτά ισχύουν υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για προϊόντα παραδοσιακής καλλιέργειας ή εκτροφής και όχι για προϊόντα εντατικών καλλιεργειών ή εκτροφών με χρήση επικίνδυνων φυτοφαρμάκων, χημικών λιπασμάτων και ζωοτροφών παραμόρφωσης.

Η χώρα μας αποτελεί στο σύνολό της τη γεωγραφική περιοχή που είναι το σημείο αναφοράς της Μεσογειακής διατροφής υπό την έννοια ότι έχει τις προϋποθέσεις παραγωγής όλων των συντελεστών της, είτε φυτικής είτε ζωικής προέλευσης. Παρά ταύτα αυτή η χώρα – σημείο αναφοράς της Μεσογειακής διατροφής κατόρθωσε ελέω Κοινής Αγροτικής Πολιτικής να γίνει από αυτάρκης και εξαγωγική (τουλάχιστον στα συγκεκριμένα προϊόντα) εισαγωγική, αφού η εγχώρια παραγωγή δεν μπορεί από χρόνια τώρα να καλύψει τις ανάγκες της. Εισάγονται και καταναλώνονται υποκατάστατα Μεσογειακής διατροφής ΟΛΩΝ των κατηγοριών. Εισάγονται πλέον τεράστιες ποσότητες σε λάδια, λαχανικά, φρούτα, άλευρα, όσπρια, γάλα, κρέας, ψάρια κτλ .

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

Άντε, και του χρόνου ! (όσοι απομείναμε)

Η φετινή συγκομιδή ελιάς τέλειωσε και μαζί της “τελειώνουν” κάμποσοι ακόμα ελαιοπαραγωγοί , αφού η τιμή (παραγωγού) του λαδιού είναι χαμηλότερη από τη περσινή (2,15 € για την πρώτη ποιότητα με τάση μείωσης) και η ζήτηση πεσμένη.

Η παραγωγή 10.500 κιλών λαδιού θα μπορούσε να μου δώσει «εισόδημα» 22.500 €. Μια χαρά ακούγεται, αλλά, επειδή έχω βάλει κάτω με χαρτί και μολύβι τα έξοδα που χρειάστηκαν για την παραγωγή αυτή, ο λογαριασμός δεν βγαίνει, καθόσον τα έξοδα ξεπέρασαν τις 19.500 € δίχως να υπολογίσω αποσβέσεις και μάλιστα για καλλιέργεια όχι ποτιστική. Εν τέλει, μεροκάματο δεν βγήκε. Δυστυχώς έτσι είναι τα πράγματα και επειδή είναι έτσι, δηλαδή επειδή ο ελαιοπαραγωγός δεν μπορεί πλέον να βγάλει μεροκάματο, δεν έχει άλλη επιλογή από το μειώσει το κόστος παραγωγής. Εδώ όμως δεν υπάρχει κανένα πραγματικό ελαστικό περιθώριο, οπότε αναγκαστικά ακολουθείται η μέθοδος «μη καλλιέργεια». Όλο και περισσότεροι δηλαδή ελαιοπαραγωγοί δεν μπορούν να ανταποκριθούν στο κόστος συστηματικής καλλιέργειας και αποθέτουν τις ελπίδες τους για κάποια καλή παραγωγή στον καλό θεό της Ελλάδας και στον καλό της τον καιρό, που και οι δύο μαζί φέρνουν τον κακό τους τον καιρό, γιατί ο δάκος κάνει πάρτι, ο πάγος καταστρέφει τον καρπό, το χώμα δεν αντέχει δίχως βοήθεια να θρέψει τα δέντρα και το λαδάκι φτάνει στο τραπέζι σαν είδος πολυτελείας, αφού στοιχίζει κοντά στα 8 € το κιλό (κιλό λέω όχι λίτρο, ε; …), ενώ η ποιότητά του διαρκώς υποβαθμίζεται.